Publicitade D▼
συστατική επιστολή (n.)
γραπτή βεβαίωση, εισήγηση, πιστοποιητικό, πιστοποιητικό ευδόκιμης υπηρεσίας, σύσταση, υπόδειξη
Publicidade ▼
Ver também
συστατική επιστολή (n.)
↗ αποδεικνύω, αποκαλύπτω, αποτελώ απόδειξη, βεβαιώνω, βεβαιώνω για, βεβαιώνω ενόρκως, είμαι θετική απόρροια, μαρτυρώ, χρησιμεύω σαν απόδειξη
συστατική επιστολή (n.)
Publicidade ▼
Conteùdo de sensagent
calculado em 0,047s